Απαντήσεις στις ενστάσεις περί Τουρκοκυπρίων

Το κράτος μας έπαψε να είναι δικοινοτικό

Σε προηγούμενο άρθρο έχω συνοψίσει την θέση μου για την μη ύπαρξη Τουρκοκυπριακής κοινότητας στο ισχύον καθεστώς της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δείτε εκείνη την ανάρτηση, καθώς κι όλους τους συνδέσμους της, για να κατανοήσετε τα συγκεκριμένα της ανάλυσης μου—θεωρώ πως τα γνωρίζετε προτού διαβάσετε τα παρακάτω. Εδώ θέλω να απαντήσω στις κύριες ενστάσεις και να εξηγήσω γιατί αυτές δεν μπορούν να ισχύουν.

1. «Οι Τ/κ είναι πολίτες του κράτους»

Η πρώτη ένσταση είναι πως οι Τουρκοκύπριοι είναι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ως εκ τούτου τυγχάνουν όλων των δικαιωμάτων που προνοεί το ισχύον δίκαιο. Κι επειδή το προβλέπει ο νόμος μας, δεν μπορούμε να τους βάλουμε περιορισμούς, διότι έτσι θα εισάγουμε διακρίσεις μεταξύ των πολιτών.

Η προσέγγιση αυτή πάσχει από την πλάνη της αποπλαισίωσης, ήτοι την ανάγνωση των νόμων χωρίς αναφορά στις επικρατούσες συνθήκες. Είναι η ίδια λανθασμένη μέθοδος που καταλήγει στο συμπέρασμα πως η Τουρκία παραμένει σύμμαχος της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και εγγυητής της εδαφικής της ακεραιότητας και συνταγματικής τάξης, παρά την εισβολή, την κατοχή, τον εποικισμό που παραβιάζουν τις ίδιες τις Συνθήκες Εγγυήσεως και Συμμαχίας.

Η πλάνη της αποπλαισίωσης είναι αντίθετη στα διδάγματα της ιστορίας μας. Εμείς οι Κύπριοι μάθαμε από την αυθαίρετη μονομερή αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων από τις δομές της Κυπριακής Δημοκρατίας πως όταν ο νόμος δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αναθεωρείται εξ ανάγκης. Κάναμε αλλαγή του πολιτικού μας συστήματος ως απάντηση στο σαμποτάζ της Τουρκικής κοινότητας και την προσπάθεια της για ένρηξη της συνταγματικής τάξης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εφαρμόζοντας το Δίκαιο της Ανάγκης, μετατρέψαμε την Κυπριακή Δημοκρατία από ιδιόμορφο δικοινοτικό ενιαίο κράτος όπου επικρατούσαν δομικές αδικίες μεταξύ των πολιτών (οι ποσοστώσεις των κοινοτήτων), σε κοινό ενιαίο κράτος όπου επικρατεί η βασική δημοκρατική αρχή του «ένας άνθρωπος, μία ψήφος».

Αν ίσχυε η προσέγγιση που διαποτίζεται από την πλάνη της αποπλαισίωσης, τότε θα είχε βάση το επιχείρημα της Τουρκίας πως η Κυπριακή Δημοκρατία καταλύθηκε μετά την αποχώρηση της Τουρκικής κοινότητας από τις δομές της. Επίσης, αν έστεκε αυτή η θεώρηση, δεν θα μπορούσε ποτέ να μετεξελιχθεί το Ζυριχικό καθεστώς σε κοινό ενιαίο κράτος όπου μέχρι σήμερα επικρατεί η βασική δημοκρατική αρχή, διότι αυτό δεν το προνοούσε το ίδιο το σύνταγμα του ‘60.

Ξέρουμε πως το Δίκαιο της Ανάγκης εφαρμόστηκε επιτυχώς. Γνωρίζουμε πως σήμερα δεν υπάρχει δικοινοτικό πολίτευμα στην Κύπρο. Δεν διατηρούνται πολιτικά αξιώματα που «ανήκουν» σε κοινότητες. Δεν λειτουργεί αντιπρόεδρος με δικαίωμα αρνησικυρίας (βέτο), και τα λοιπά. Ξέρουμε πως προστατεύεται πλέον η ισονομία μεταξύ των πολιτών, πως όλων η ψήφος έχει την ίδια ισχύ, και πως δεν υπάρχουν ποσοστώσεις στην συμμετοχή στα δημόσια αξιώματα. Αυτό είναι το κοινό ενιαίο κράτος το οποίο αποκτήσαμε· κράτος που στήσαμε με αγώνα ως απάντηση στα στρατηγήματα της Τουρκίας και των εδώ εντολοδόχων της.

Γνωρίζουμε, επίσης, πως αρχή του διεθνούς δίκαιο είναι το pacta sunt servanta δηλαδή πως τα συμφωνηθέντα πρέπει να τηρούνται, ειδάλλως παύουν να υφίστανται. Έτσι δεν νοείται η Τουρκία ως σύμμαχος και εγγυητής της Κυπριακής Δημοκρατίας με βάση την ιστορία και την συνεχιζόμενη κατοχή.

Η σφαιρική κατανόηση των πραγμάτων, που συνεπάγεται την πλαισίωση του νόμου στις ισχύουσες συνθήκες οδηγεί σε ένα και μόνο συμπέρασμα: οι συνθήκες Εγγυήσεως και Συμμαχίας έχουν καταργηθεί εκ των πραγμάτων, όπως και συλλήβδην η δικοινοτικότητα του Ζυριχικού καθεστώτος του 1960. Το ζητούμενο πλέον είναι η απαραίτητη πολιτική βούληση για πλήρη εφαρμογή του Δικαίου της Ανάγκης.

Όσοι συνεχίζουν να προσεγγίζουν το θέμα με αυτό τον νομικίστικο τρόπο που δεν αναφέρεται στις επικρατούσες συνθήκες, ή σφάλουν κι οφείλουν να αναγνωρίσουν την πλάνη της αποπλαισίωσης που τους θολώνει την σκέψη, ή έχουν αλλότρια κίνητρα κι οφείλουν να απαντήσουν στον λαό.

Σε κάθε περίπτωση, η άποψη πως δεν μπορούμε να περιορίσουμε τα υποτιθέμενα δικαιώματα των Τ/κ είναι λανθασμένη. Μπορούμε να το κάνουμε, αρκεί να είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε και τις ευθύνες που έχει μια τέτοια πράξη: την ολική ρήξη με την νοοτροπία της ηττοπάθειας και υποχωρητικότητας, καθώς και την σύγκρουση με τη παρασιτική, ξενοκίνητη γραφειοκρατεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που, μεταξύ άλλων, συνεχώς δίνει συγχωροχάρτια στην Τουρκική βαρβαρότητα.

2. «Οι Τ/κ είναι Ευρωπαίοι πολίτες»

Η ιδιότητα του Ευρωπαίου πολίτη είναι προέκταση της κρατικής υπηκοότητας. Συνεπώς δες την πιο πάνω ενότητα. Ωστόσο να αναφερθώ και στην ουσία της Ευρωπαϊκής υπηκοότητας για να αποφεύγονται οι παρεξηγήσεις.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση πάσχει από αυτό που ορίζω ως την αναντιστοιχία της κυριαρχίας. Ισχύουν κανόνες και υπαρκτή κυριαρχία που εφαρμόζονται σε όλη την επικράτεια του συστήματος, αλλά δεν υπάρχει ο αντίστοιχος δήμος που εκφράζει τους Ευρωπαίους ως τέτοιους.1 Δηλαδή η κρατική κυριαρχία είναι περισσότερη από την λαϊκή κυριαρχία κι άρα δεν ανταποκρίνεται σε αυτή. Η αναντιστοιχία της κυριαρχίας στην ΕΕ αφορά την έλλειψη του ενάρετου κύκλου μεταξύ της νομιμοποίησης των κρατούντων και της λογοδοσίας τους.2

Κανένας Ευρωπαϊκός Δήμος, ως τέτοιος, δεν ψήφισε την Ευρωπαϊκή κυβέρνηση διότι:

  • Δεν υπάρχει «Ευρωπαϊκή κυβέρνηση» παρά μόνο η διττή εκτελεστική εξουσία που διανέμεται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή («Κομισιόν») και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
  • Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι η γραφειοκρατεία της ΕΕ, η ηγεσία της οποίας ουσιαστικά διορίζεται από τους ηγέτες των κρατών-μελών (κάθε κράτος έχει από έναν επίτροπο), παρά τα παραμύθια περί αντιπροσωπευτικότητας που σχετίζονται με την διαδικασία spitzenkandidaten όπου τάχα ο επικεφαλής της πολιτικής οικογένειας με τις περισσότερες έδρες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ορίζεται ως Πρόεδρος της Κομισιόν.
  • Παρομοίως, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποτελείτε από τους επικεφαλής των κρατών ή κυβερνήσεων όλων των μελών της Ένωσης. Κάθε ηγέτης χωριστά αντιπροσωπεύει μόνο τον εθνικό του δήμου, αλλά το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ως τέτοιο δεν αντιπροσωπεύει κάποιον αντίστοιχο δήμο.
  • Οι συσχετισμοί εντός των δύο εκτελεστικών οργάνων της Ένωσης δεν έχουν καμία σχέση με αυτούς που συναντούμε σε κυβερνήσεις των αντιπροσωπευτικών δημοκρατιών. Πρόκειται για ισορροπίες ισχύος μεταξύ των εθνών (πιο έντονο το φαινόμενο στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο). Γι’ αυτό άλλωστε ανάγκασαν την Ελλάδα, την Κύπρο και τις άλλες χώρες σε σκληρή λιτότητα, γι’ αυτό επέβαλλαν το «κούρεμα» στον τόπο μας, γι’ αυτό προωθούν την λογική του ορντολιμπεραλισμού στην οικονομία και της κέρν-εουρόπα για την συνέχιση της διαδικασίας Ευρωπαϊκής ενοποίησης (θέματα για άλλη ανάλυση).

Η αναντιστοιχία της κυριαρχίας στην ΕΕ είναι αναδυόμενη πραγματικότητα που φανερώνεται μόνο στο σύστημα ως τέτοιο, δηλαδή μέσα από την από κοινού παρουσία και λειτουργία των σχετικών φορέων εντός των πλαισίων του Ευρωπαϊκού δικαίου. Κι έτσι είναι δυνατόν μια σύναξη αντιπροσωπευτικών δημοκρατιών να δημιουργήσει μια κατάσταση που δεν είναι ισότιμη αντιπροσωπευτική δημοκρατία με αυτές, αλλά κάτι πολύ χειρότερο.

Πως σχετίζεται όλο αυτό με το θέμα μας περί Ευρωπαίων πολιτών; Πως η ιδιότητα αυτή είναι περιορισμένη. Οι πολίτες της Ευρώπης, στην ιδιότητα τους ως υπήκοοι της Ένωσης, είναι πολίτες μονκέ (manqué). Είδος ατελές και ανεκπλήρωτο.

Παρά το ότι η ΕΕ είναι ήδη ένα ομοσπονδιακό σύστημα με υπέρμετρες εξουσίες, οι κρατικές υπηκοότητες παραμένουν ο ακρογωνιαίος λίθος του συστήματος. Το Ευρωπαϊκό υπέρ-οικοδόμημα ακόμα στηρίζεται στις εθνικές πραγματικότητες και συστήνεται προς εξυπηρέτηση τους, κάτι που άλλωστε διατυπώνεται ξεκάθαρα στο Άρθρο 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση.3

3. «Θα μας επιρρίψουν ευθύνες»

Αυτό δεν είναι θέμα αρχής. «Ευθύνες» προσπαθεί να μας επιρρίψει η Τουρκία για το ότι ασκήσαμε την αυτοδιάθεση μας και δεν επιτρέψαμε την ένρηξη της Κυπριακής Δημοκρατίας που επιχείρησαν οι Τουρκοκύπριοι με την μονομερή τους αποχώρηση από τις δομές του κράτους. Ήθελαν να δημιουργήσουν αντιφάσεις μεταξύ της πραγματικότητας, που ήταν η μη συμμετοχή Τ/κ στο κράτος, και της νομιμότητας που προνοούσε πως σειρά αξιωμάτων ανήκαν στην κοινότητα τους. Γιατί νομίζετε δεν μας αναγνωρίζει η Τουρκία; Διότι δεν πέρασαν οι μεθοδεύσεις τους το ‘63. «Ευθύνες» θέλει να μας ρίξει επίσης που είμαστε πλήρες μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχοντας ενταχθεί σε αυτήν παρά τους υποτιθέμενους περιορισμούς των Συνθηκών Εγγυήσεως και Συμμαχίας.

Ας τελειώνουν τα ψέματα. Το μέλλον των εθνών δεν καθορίζεται από επικοινωνιακά κολπάκια. Η όλη αυτή εμμονή δεν είναι παρά μια τεχνητή ανησυχία που έχει καλλιεργήσει το πολιτικό κατεστημένο για να δικαιολογεί τις επιλογές του.

Καθήκον της κυβέρνησης είναι να προστατεύει την πατρίδα και να ασκεί την κυριαρχία μας. Δεν είναι δουλειά της να καλλιεργεί την ηττοπάθεια και την υποχωρητικότητα, αλλά ούτε και να ψάχνει για δικαιολογίες προς εξυπηρέτηση στόχων που αντίκεινται στα εθνικά μας συμφέροντα.

Η κυβέρνηση έχει εντολή να ασκήσει την κυριαρχία μας, να πράξει το σωστό και το τίμιο, και να αγωνιστεί προς επίτευξή των στόχων που προκύπτουν από αυτά. Η Τουρκία και οι λοιπές ιμπεριαλιστικές δυνάμεις πάντα θα προσπαθούν να υπονομεύσουν την θέση μας. Πρέπει κι εμείς να είμαστε έτοιμοι να αντισταθούμε και να περάσουμε στην αντεπίθεση με έξυπνες, πρακτικές κινήσεις που εφαρμόζονται άμεσα όπως την συνεχή άσκηση της αυτοδιάθεσης μας μέσα από την ένταξη της Κύπρου στην Ελληνική Δημοκρατία.

Το δίκαιο είναι με το μέρος μας. Αλλά η ιστορία διδάσκει και κάτι άλλο: πως δεν αρκεί να έχεις τη δικαιοσύνη μαζί σου, αλλά να είσαι και έτοιμος να αγωνιστείς για αυτή, καθώς κανένας άλλος δε θα σου την προσφέρει στο χέρι.

Να τελειώνουμε λοιπόν και με την μηχανιστική αντίληψη της εφαρμογής των ιδανικών, δηλαδή πως οι αξίες του διεθνούς δικαίου θα εφαρμοστούν από μόνες τους κατά τρόπο αυτόματο χωρίς εμείς να μοχθήσουμε. Ή πως θα παλέψουν κάποιοι άλλοι για εμάς, ή ακόμα η γνωστή ανοησία πως κάποια ψηφίσματα μιας παγκόσμιας γραφειοκρατίας θα μας λύσουν το πρόβλημα και θα μας φέρουν «τζιαι δροσιάν τζιαι ποσπασιάν», κατά τον ποιητή.

Η ιστορία διδάσκει πως το δίκαιο το κερδίζουν οι λαοί με τους αγώνες τους, τις επαναστάσεις τους, την συνεχή τους θέληση για επιβίωση και επιβολή. Όλα τα άλλα είναι για τους κουτούς, τους δειλούς, ή τους υστερόβουλους.


Θεωρώ πως η θέση μου είναι ξεκάθαρη. Το θέμα πλέον είναι να βρεθούν οι κατάλληλες πολιτικές δυνάμεις που θα προωθήσουν το σωστό και το τίμιο, ενάντια στην υποχωρητικότητα, την ηττοπάθεια, τον ενδοτισμό.

Αν έχετε άλλες ενστάσεις στην άποψη μου για τους Τούρκους ή σε σχετικό ζήτημα, επικοινωνήστε μαζί μου.

  1. Για τα βασικά της λειτουργία της Ένωσης δες το βιβλίο μου στα αγγλικά: Little Guide to the European Union (δημοσιεύτηκε στις 2016-05-09). Για περισσότερα, δες επίσης το άλλο βιβλίο: Dialogues on EU politics (δημοσιεύτηκε στις 2017-07-01). Πολλά από αυτά τα θέματα έχουν αναλυθεί περαιτέρω σε σχετικά μου άρθρα[^]

  2. Για το θέμα του ενάρετου κύκλου νομιμοποίησης και λογοδοσίας, καθώς κι όλα τα σχετικά τους, δες το βιβλίο μου στα αγγλικά: Structured Text on Sovereignty, Nationhood, Statehood (δημοσιεύτηκε στις 2018-03-29). [^]

  3. Παραθέτω το Άρθρο 1 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι παρενθέσεις και τα έντονα γράμματα στην πρώτη παράγραφο είναι σημεία που προσθέτω εγώ:

    Με την παρούσα Συνθήκη, τα ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ (τα έθνη-κράτη που υπογράφουν την Συνθήκη) ιδρύουν μεταξύ τους μία ΕΥΡΩΠΑÏΚΗ ΕΝΩΣΗ, εφεξής καλούμενη “Ένωση”, στην οποία τα κράτη μέλη απονέμουν αρμοδιότητες για την επίτευξη των κοινών τους στόχων.

    Η παρούσα Συνθήκη διανοίγει νέα φάση στη διαδικασία μιας διαρκώς στενότερης ένωσης των λαών της Ευρώπης, στην οποία οι αποφάσεις λαμβάνονται όσο το δυνατόν πιο ανοικτά και όσο το δυνατόν εγγύτερα στους πολίτες.

    Η Ένωση βασίζεται στην παρούσα Συνθήκη και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (οι οποίες ορίζονται εφεξής ως “οι Συνθήκες”). Οι δύο αυτές Συνθήκες έχουν το ίδιο νομικό κύρος. Η Ένωση αντικαθιστά και διαδέχεται την Ευρωπαϊκή Κοινότητα.

    [^]