Ενάντια στην εκκοσμικευμένη θεολογία της κυβερνητικής
Απορρίπτω τον εθνοκρατισμό
Το άρθρο αυτό είναι συνέχεια πρόσφατων αναρτήσεων. Να τις μελετήσετε με αυτή τη σειρά πριν συνεχίσετε:
- Περί γιγαντισμού.
- Επιστροφή στην αρχή του πολίτη-ιδιοκτήτη.
- Σημειώσεις για τον κοινοτισμό, τοπικισμό, κυριαρχισμό.
- Ενάντια στον γιγαντισμό και προοδευτισμό.
Η κεντρική ιδεολογία της κυβερνητικής και του διεθνούς δικαίου γενικά είναι ο εθνοκρατισμός, ήτοι η απόδοση υποκειμενικότητας στο κατασκεύασμα του έθνους-κράτους. Το έθνος-κράτος ενοποιεί τα τρία υπαρκτά μεγέθη του έθνους, του κράτους, και της πατρίδας σε μία φαντασιακή οντότητα. Πρόκειται για την μονάδα της διεθνούς πολιτικής, τον φορέα της κυριαρχίας, την υποστασιοποίηση της λαϊκής βούλησης και του εθνικού συμφέροντος.
Το έθνος-κράτος θεωρείται πως έχει την δική του προσωπικότητα, όπως άλλωστε αποτυπώνεται και στην καθομιλουμένη όπου «η Αμερική διεκδικεί», «η Γερμανία σκοπεύει», κτλ. Συνεπώς το έργο της κυβερνητικής αφοσιώνεται, εν μέρει, στον προσδιορισμό του τι είναι τελικά «εθνικό» στα πλαίσια των απαιτήσεων της διακυβέρνησης.
Αυτές οι πεποιθήσεις έχουν παγιωθεί στην συνείδηση από την εποχή της Συνθήκης Ειρήνης της Βεστφαλίας (1648) και, κατόπιν, την Γαλλική Επανάσταση (1789). Είναι οι αξίες που μας οδήγησαν από την Μεσαιωνική αντίληψη της πολιτικής οργάνωσης στην σύγχρονη εκδοχή της.
Η κυβερνητική του Μεσαίωνα είχε ως απαρχή της ορισμένες θεολογικές προτάσεις που υποστύλωναν το υπέρ-οικοδόμημα της κάθετης εξουσίας. Βασιλεία «ελέω θεού». Εκστρατείες στο όνομα «του Κυρίου». Στέμματα, βασιλικές αυλές, τζάκια γαλαζοαίματων, τσιφλίκια, γενικευμένη σκλαβιά με «εκ των άνω» νομιμοποίηση.
Από την άλλη, η στροφή προς τον εθνοκρατισμό άλλαξε τις παραμέτρους της πολιτικής οργάνωσης. Φορέας ύπατης πολιτικής βούλησης γίνεται το έθνος-κράτος ως τέτοιο, ενώ καταργούνται ή έστω χάνουν τη σημασία τους σε επίπεδο τύπων οι παλαιές δομές εξουσίας. Ωστόσο παραμένουν οι διαρθρωτικές αδικίες: τον ρόλο του λόρδου τον διαδραματίζει πλέον ο πλατφορμάρχης, ο κεφαλαιούχος που λειτουργεί σε συμβιωτική σχέση με τον κρατικό μηχανισμό.
Παρά της επιφανειακές διαφορές και αντιφάσεις μεταξύ του τότε και του τώρα, κρίνω πως ουσιαστικά ο μοντερνισμός είναι συνέχεια των παλαιών δογμάτων. Αυτό που πέτυχε η μετάβαση στην σύγχρονη εποχή είναι την εκκοσμίκευση του αξιακού υπόβαθρου του Μεσαίωνα, σε κάθε τομέα της πολιτικής οργάνωσης, συμπεριλαμβανομένων και των θεμάτων της ατομικότητας.
Το έθνος-κράτος ως υπέρτατο ον
Ας δούμε πως η Μεσαιωνική θεολογία περί της νομιμοποίησης της εκάστοτε πολιτικής οργάνωσης κατέστη κοσμική και πως δια αυτής η νέα τάξη δεν είναι παρά η συνέχεια της παλαιάς με άλλα μέσα.
Ιδού το Άρθρο 3 της Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη του 1789 (μετάφραση δική μου από τα Γαλλικά):
Η αρχή πάσης κυριαρχίας εναπόκειται ουσιαστικά στο έθνος. Κανένα σώμα, κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να ασκεί εξουσία που δεν απορρέει από αυτό.
Le principe de toute souveraineté reside essentiellement dans la nation, nul corps, nul individu, ne peut exercer d’autorité qui n’en émane expressement.
Εκ πρώτης όψεως, το άρθρο αυτό φαντάζει επαναστατικό. Φαίνεται να βάζει τέλος στις αξιώσεις της αριστοκρατίας για εξουσιασμό και δίνει δικαίωμα στους ίδιους τους ανθρώπους να ορίσουν την πολιτεία τους. Ίσως τελικά, η εφεύρεση του έθνους-κράτους να είναι ένα σημαντικό βήμα προόδου στην ιστορική διαδρομή.
Ωστόσο μια πιο προσεκτική ανάγνωση θα φανερώσει πως το άρθρο αυτό δεν συνεπάγεται καμία αλλαγή ως προς την ισορροπία της ισχύος στην κοινωνία, όπως άλλωστε γνωρίζουμε εκ του αποτελέσματος τα τελευταία 200+ χρόνια.
Αν στο Άρθρο 3 αντικαταστήσουμε την λέξη «έθνος» με «θεός» θα βγάλουμε πολλά χρήσιμα συμπεράσματα:
Η αρχή πάσης κυριαρχίας εναπόκειται ουσιαστικά
στο έθνοςστον Θεό. Κανένα σώμα, κανένα πρόσωπο δεν μπορεί να ασκεί εξουσία που δεν απορρέει απόαυτόΑυτόν.
Βλέπουμε πως η νομιμοποίηση της εξουσίας δεν είναι πλέον «ελεώ θεού», αλλά «ελέω έθνους». Ενώ η ασάφεια δίνει την εντύπωση της πρότερης αλήθειας, που είναι απαραίτητη σε κάθε δόγμα. Δεν έχει σημασία τι χαρακτήρα αποδίδει κανείς στο αναπόδεικτο. Αυτό που μετρά είναι το καθεστώς της πρότασης: κρίνεται αδιαμφισβήτητη, δεδομένη. Κι όπως όλες οι αυθεντίες, έτσι κι αυτή δίνει υπέρμετρη δύναμη σε αυτούς που μπορούν να την διαχειριστούν και προσαρμόσουν στις επιλογές τους. Με άλλα λόγια, η αποθέωση του έθνους είναι λευκή επιταγή στα χέρια των κρατούντων.
Το «έθνος» παραμένει ασαφές κι άρα η εκάστοτε άρχουσα τάξη θα το ορίζει όπως την συμφέρει. Κάνει, παράδειγμα, η κυβέρνηση της Γαλλίας πόλεμο στη μέση της Αφρικής κι αυτό υποτίθεται είναι το «εθνικό συμφέρον», ας πούμε, της Γαλλικής αγροτιάς την στιγμή που μόνο το οικονομικό κατεστημένο έχει πραγματικά οφέλη από τις εκστρατείες, την λεηλασία, την μετέπειτα εκμετάλλευση του ξεριζωμού και μαζικής μετανάστευσης. Πλέον δεν υπάρχει ιμπεριαλισμός, ούτε αποικίες όπως τις ξέραμε. Τώρα είναι όλα «εθνικές ανάγκες» που ενίοτε προωθούνται μέσα από τις πράξεις πολυεθνικών εταιριών που πίσω στην χώρα προέλευσης τους διατηρούν στενούς δεσμούς με τον εκεί κρατικό μηχανισμό (π.χ. οι Αμερικανικές πετρελαϊκές είναι προέκταση της γεωπολιτικής του κατεστημένου των ΗΠΑ).
Δια της ερμηνευτικής του κατεστημένου, το έθνος ταυτίζεται με την άρχουσα τάξη. Εθνικό συμφέρον είναι το κέρδος για την ελίτ. Εθνική βούληση είναι οι μηχανορραφίες των διαπλεκόμενων. Η επικράτεια του πάλαι ποτέ βασιλείου, προτεκτοράτου, αποικίας μετονομάζεται στην πάροδο του χρόνου σε εθνικό χώρο και πατρίδα, ενώ οι υπήκοοι των λόρδων γίνονται υπήκοοι του έθνους, εντούτοις παραμένοντας υποκείμενοι της θέλησης της άρχουσας τάξης. Στο μεταξύ οι παλιοί τσιφλικάδες γίνονται ιδιοκτήτες των μεγάλων εταιριών και καθίστανται πλατφορμάρχες μέσα από την συμβιωτική τους σχέση με τον κρατικό μηχανισμό.
Πλέον δεν χρειάζονται τόσο πολύ οι παπάδες που να εξειδικεύονται στην εξορθολογίκευση της μανίας του εξουσιασμού. Αρκεί μια στρατιά «κοσμικών» διανοητών. Οι θεολόγοι χωρίς θεότητα, αυτοί που κατά κανόνα διατηρούν το κοινωνικό στάτους του διδάκτορα (διδάκτορ φιλοσοφίας == Philosophy Doctor == PhD), είναι η εμπροσθοφυλακή της άρχουσας τάξης. Πολιτικοί επιστήμονες, οικονομολόγοι, καθηγητές νομικής, ποιητές που εξιδανικεύουν την συμβατική ηθική: αυτή είναι η ιντελιτζέντσια (intelligentsia) που περιστοιχίζει το οικοδόμημα του γιγαντισμού. Βέβαια δεν πείραξε κανείς τους παπάδες. Διατηρούν τις περιουσίες τους και συνεχίζουν να έχουν χέρι σε κάθε πτυχή της ζωής. Μάλιστα ισχυρίζονται πως ο ρόλος τους είναι αποκλειστικά «ηθικός» λες και η ηθική είναι ξεχωριστή από το σύνολο της πολιτικής και πως δεν έχει προεκτάσεις στην καθημερινότητα των ανθρώπων.
Οι εγκάθετοι «αναλυτές» είναι αυτοί που έχουν κατ’ αυθαιρεσία ορίσει ως αντικειμενικές αλήθειες μια σειρά συμβάσεων, όπως το απαράβατο της ιδιοκτησίας, το φυσικό δίκαιο και τα αναφαίρετα δικαιώματα. Είναι αυτοί που συντηρούν ψέματα ότι, παράδειγμα, «το έθνος» εκφράζεται μέσα από τις στημένες εκλογές της κομματοκρατίας που στηρίζεται από τις χορηγίες της οικονομικής ελίτ και που χειραγωγείται από τα ΜΜΕ που ελέγχει η ολιγαρχία. Ή πως η συγκέντρωση του πλούτου είναι η ομαλή λειτουργία της «ελεύθερης αγοράς» και πως αυτό είναι θεμιτό διότι τάχα είμαστε όλοι ίσοι με ίδιες ευκαιρίες και πρόσβαση σε πόρους. Ή ακόμα πως τα εκβιαστικά δημοψηφίσματα του «ναι ή όχι» σε εφ’ όλης της ύλης ζητήματα συνιστούν ύπατη έκφραση του δήμου—«γιορτή της δημοκρατίας» κατά τους ευαρεστημένους.
Να σπάσει το αξιακό υπόβαθρο του γιγαντισμού
Η Ρώμη (Ανατολική και Δυτική) εδραίωσε την κοσμοκρατορία της, τον γιγαντισμό της, χάρη στο δόγμα του Χριστιανισμού το οποίο βοήθησε να συγκεκριμενοποιηθεί και να επιβληθεί ανά την επικράτεια της. Ένας αυτοκράτορας, μία θρησκευτική αρχή που να ελέγχει τις συνειδήσεις, ένας θεός που να δίνει τις ευλογίες του για την διατήρηση της καθεστηκυίας τάξης. Η θεοκρατία ήταν, ουσιαστικά, ολοκληρωτισμός που απλά παρουσιαζόταν ως η έκφραση κάποιας θείας βούλησης. Το κράτος των ολίγων επί των πολλών. Η απόλυτη ασυμμετρία στην κατανομή της ισχύος όπου οι «άριστοι» τα είχαν όλα ενώ οι πολλοί ήταν απλά Ρωμαίοι (Ρωμιοί) υπήκοοι.
Η Βεστφαλιανή αντίληψη του προσωποποιημένου κράτους, που η Γαλλική φαντασιοπληξία μετέτρεψε σε έθνος-κράτος, δεν έχει διαταράξει τις ισορροπίες που όρισε η Ρώμη. Απλά έχει αλλάξει τις παραστάσεις, τα πρόσωπα, τις έννοιες. Το κράτος του μοντερνισμού καπηλεύεται την δημοκρατία, χρησιμοποιώντας ελευθεριακή φρασεολογία για να επιβάλει τα ανελεύθερα στρατηγήματα του.
Παρομοίως, ο Διαφωτισμός δεν απέρριψε τις δοτές αλήθειες του σκοταδισμού. Τουναντίον τις επαναπροσδιόρισε ως κοσμικές σταθερές. Έτσι ο άνθρωπος της Βίβλου μετατράπηκε στο αποπλαισιωμένο άτομο του ανθρωποκεντρισμού που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος της συμβατικής ηθικής του σήμερα. Η προκατάληψη της ελεύθερης βούλησης, δηλαδή κάποιας ειδικής ουσίας ή δύναμης ή ιδιότητας που υποτίθεται υπάρχει εγγενής στον άνθρωπο, δεν τέθηκε ποτέ υπό αμφισβήτηση με αποτέλεσμα το αξιακό υπόβαθρο του μοντερνισμού να είναι ένα και το αυτό με τις πεποιθήσεις που υποτίθεται αντικατέστησε.
Να ξεφύγουμε από το δόγμα του αποπλαισιωμένου ατόμου που δήθεν ασκεί ελεύθερη βούληση ανεξάρτητα των μεγεθών εντός των οποίων λειτουργεί. Ο άνθρωπος δεν έχει τίποτα το ιδιαίτερο. Είναι μέρος του όλου. Ζώο που παρουσιάζει τις ίδιες ή παρόμοιες συμπεριφορές με άλλα θηλαστικά και, σε μικρότερο βαθμό, με άλλες μορφές ζωής. Οι διαφορές του με τα άλλα όντα είναι θέμα βαθμού, όχι κατηγορίας. Επηρεάζεται από όλες τις φυσικές σταθερές, ενώ οι πράξεις του είναι συνάρτηση σύνθετων συσχετισμών με βάσεις βιολογικές και χημικές που δυναμικά φανερώνουν σφαίρες πιθανών αποτελεσμάτων (που πάντοτε υπόκεινται στους φυσικούς κανόνες).
Απορρίπτουμε λοιπόν την ιδεολογία του ανθρωποκεντρισμού καθώς στρεφόμαστε στην ολιστική ηθική που, στην πράξη, εκφράζεται ως τρόπος ζωής σε πλήρη ευθυγράμμιση με το οικοσύστημα.
Η συνειδησιακή βάση ασκεί κεντρομόλο δύναμη στους λαούς, τραβώντας τους πάλι στην δύνη της παλαιάς τάξης. Όλες οι επαναστάσεις έπεσαν θύματα αυτής της παγίδας. Ήθελαν οι λαοί να αλλάξουν τους πολιτικούς συσχετισμούς αλλά δεν κατάλαβαν πως έπρεπε πρώτα να απορρίψουν συλλήβδην την συνείδηση του γιγαντισμού που τους εμφύτευσε ή επέβαλλε δια πυρός και σιδήρου η Ρώμη.
Είναι απόλυτα κατανοητό γιατί η Γαλλική επανάσταση έφερε πάλι τον Γαλλικό ιμπεριαλισμό ή γιατί ο «κομμουνισμός» των σοβιέτ εδραιώθηκε ως η εκ των άνω τεχνοκρατία της Μόσχας (με την διαφορά πως εκεί τον ρόλο της πρότερης αλήθειας τον διαδραμάτιζε σε πρώτη φάση η νομοτέλεια της ιστορίας περί της πάλης των τάξεων).
Πετυχημένη θα είναι η επανάσταση που θα αλλάζει και τους θεσμούς αλλά και τις συνειδήσεις. Ή πιστός στον αποπλαισιωμένο άνθρωπο ή επαναστάτης. Τα δύο είναι ασύμβατα.
Στροφή στον κοινοτισμό
Ο αγώνας για τον κοινοτισμό δεν μπορεί να αναλωθεί σε επιμέρους διορθώσεις της καθεστηκυίας τάξης. Το ζητούμενο δεν είναι απλά η αποκέντρωση της εξουσίας, αλλά η γενικευμένη εναντίωση σε όλες τις εκφάνσεις του γιγαντισμού: στην πολιτική, στην οικονομία, στην γεωργία, στις διαπροσωπικές σχέσεις. Παντού να γίνουν αλλαγές εκ βάθρων.
Αυτό συνεπάγεται την απόρριψη των συμβατικών πεποιθήσεων της κυβερνητικής καθώς και την αναθεώρηση της παραδοσιακής ηθικής. Κανένα από τα υποσύνολα της άρχουσας τάξης δεν πρέπει να μείνει στο απυρόβλητο. Νέοι θεσμοί απαιτούν άλλα μυαλά. Μόνο έτσι μπορεί να προκύψει η οργανική πολιτεία που θα θεμελιώνεται στην αρχή του πολίτη-ιδιοκτήτη-οπλίτη.
Επίσης είναι ξεκάθαρο πως η στροφή προς τον κοινοτισμό απαιτεί και ανυποχώρητη κριτική της ιστορίας μας ως λαός. Να πάψουμε να ωραιοποιούμε τις καταστάσεις μέσα στις οποίες έζησαν οι παλαιότερες γενναίες. Να είμαστε αυτοί που θα κόψουν τον ομφάλιο λώρο που μας συνδέει με τα έργα της Ρώμης.
Ο κοινοτισμός δεν είναι η μεταφορά του κέντρου ισχύος προς τις επαρχιακές διοικήσεις. Αυτό απλά θα στήσει τοπικές τυραννίες. Ο κοινοτισμός είναι η ενσυνείδητη εναντίωση στον γιγαντισμό της εποχής μας που έχει ως αρχή του τον πλαισιωμένο άνθρωπο: τον άνθρωπο που ζει στον τόπο του, στο πολιτισμικό του γίγνεσθαι.
Κατά συνέπεια, η κυριαρχία δεν προέρχεται από κανένα φάντασμα όπως κι αν αυτό ονομάζεται. Η ύπατη πολιτική βούληση είναι το άθροισμα της ισχύος που έχουμε όλοι εμείς ως κοινότητα. Είναι η φυσική μας δύναμη να θεσμίζουμε τις διυποκειμενικές μας σχέσεις και να προστατεύουμε το κοινό αγαθό μας.